Το νέο Μουσείο του Λούβρου, κάνει τα
πρώτα του "βήματα" στο Αbu Dabhi. Τα έργα τέχνης είναι περιορισμένα
σε αριθμό και ίσως σπουδαιότητα (αν εξαιρέσει κανείς κάποιους μεμονωμένους
πίνακες των DaVinci, Degas, Gaugen, Sezan, Monet, Kandinsky, Metro, Whistler,
Manet, Warhall, Picasso, καθώς και γλυπτά, όπως των Brancusi και
Giaccometi) και κάπως αποσπασματικά σε σχέση με το περιεχόμενο. Πρέπει όμως κανείς να αναγνωρίσει, ότι
οι λιτές από εκθέματα galleries, αφήνουν απερίσπαστο τον επισκέπτη να
απορροφηθεί από τη μοναδική αρχιτεκτονική του έργου και να γίνει κοινωνός της
έμπνευσης που οδήγησε τον Jean Nouvel στο σχεδιασμό του.
Όπως ανέφερε ο ίδιος ο σε μία
συνέντευξή του στο Guardian, τόσο με την αρχιτεκτονική του έργου, όσο και
με τη διαχείριση του φυσικού φωτός, σε ένα αλληλένδετο σύνολο, θέλησε να
αποδώσει την ατμόσφαιρα της Αραβικής γειτονιάς, όπως αυτή διαμορφώνεται
στις παραδοσιακές Αραβικές πόλεις (Medinas ή Madinah στα Αραβικά),
καθώς και της αρχαίας Ελληνικής αγοράς.
Αρχιτεκτονική Το
συγκρότημα του Μουσείου αποτελείται από ανισοϋψή λευκά, κυβικού
όγκου επιμέρους κτίρια, που συνδέονται κατά τόπους, δημιουργώντας
ανοιχτούς χώρους ή αδιέξοδα, (που παραπέμπουν στη μορφή των παραδοσιακών
Αραβικών οικισμών, με τα επαναλαμβανόμενα culs-de-sac) -βλ. εικόνα 1. Όλα τα κτίρια
μαζί με τα κενά τους ανήκουν σε έναν κοινό ελεύθερο χώρο-πλατεία, (η έννοια της
αρχαιοελληνικής Αγοράς) -βλ. εικόνα 2.
Εικόνα 2 άνω. Η "πλατεία"
Είναι χαρακτηριστικό, ότι όπως και στα
Αραβικά σπίτια, δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου ανοίγματα προς τον κοινόχρηστο χώρο
(προστασία ιδιωτικότητας των Αραβικών σπιτιών αλλά και του αρχαιοελληνικού
Μεγάρου), παρά μόνο ασύμμετρα τοποθετημένες κατακόρυφες εσοχές (σκηνογραφία
παραθύρων) -βλ. εικόνα 3.
Το ίδιο κι οι υπαίθριοι χώροι ανάμεσα στα κτίρια, που δεν είναι
προσβάσιμοι, αλλά είτε είναι γεμάτοι με νερό, είτε βρίσκονται σε διαφορετικό
επίπεδο -βλ. εικόνα 4.
Ένα “κυκλοειδές” θολωτό κέλυφος, που η μορφή του θυμίζει Αραβικούς θόλους-βλ. εικόνα 5- , υπερκαλύπτει όλο το συγκρότημα, σε κάποια απόσταση από τα μεγαλύτερα ύψη των κτιρίων, δημιουργώντας την εντύπωση ότι υπερίπταται και δεν εδράζεται πουθενά -βλ. εικόνες 5,6.
Εικόνες 5,6. Το θολωτό κέλυφος
Ο Νouvel στο σχεδιασμό του, δανείζεται παραδοσιακές βιοκλιματικές μεθόδους για τη δημιουργία συνθηκών άνεσης, εξασφαλίζοντας παθητικό δροσισμό μέσω των ρευμάτων αέρα που δημιουργούνται από το υπερυψωμένο κέλυφος, με τη βοήθεια της εξάτμισης των υδάτινων επιφανειών που περιβάλλουν το συγκρότημα. Από το δρόμο ήδη προς την είσοδο του μουσείου, διάδρομοι με κατακόρυφα και οριζόντια καφασωτά σε σχήμα “Γ”, δημιουργούν μια προστατευμένη από τον ήλιο μεταβατική ζώνη, επιτρέποντας στο θαλασσινό ρεύμα να δροσίσει τον επισκέπτη, πριν διεισδύσει στους χώρους του μουσείου -βλ. εικόνες 7,8.
Εικόνες 7, 8. Διάδρομοι με καφασωτά
Διαχείριση του φυσικού φωτός και της ηλιακής ακτινοβολίας Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τα κτίρια που βρίσκονται σε νότια γεωγραφικά πλάτη, είναι η διαχείριση της σχεδόν συνεχούς καθ´ όλη τη διάρκεια του χρόνου, ηλιακής ακτινοβολίας. Στις αίθουσες τέχνης, με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις φωτισμού ανάδειξης και συγχρόνως προστασίας από την υπεριώδη ή υπέρυθρη ακτινοβολία, η σωστή διαχείριση του φωτός αποτελεί, όπως είναι φυσικό, μια μεγάλη πρόκληση για το σχεδιαστή. Η μεγαλοφυής σύλληψη του Nouvel, η δημιουργία αυτής της οροφής, όχι μόνο εξασφάλισε την αποτελεσματική διαχείριση του φυσικού φωτισμού στο Μουσείο (μειώνοντας στο ελάχιστο τη χρήση του τεχνητού φωτός), αλλά και δημιούργησε εξαιρετικές βιοκλιματικές συνθήκες. Η έμπνευσή της υπαγορεύθηκε από τις τοπικές μεθόδους των Αράβων να διαχειρίζονται τις υψηλές θερμοκρασίες και την απαγορευτική ηλιοφάνεια.
Το κέλυφος αποτελείται από μία "επιδερμίδα" πρισματικού κρυστάλλου κι από κάτω επάλληλα πλέγματα εν είδει καφασωτών (που παραπέμπουν στα Αιγυπτιακά Mahrabiyas), με διαφορετικού μεγέθους ασύμμετρα ανοίγματα, που δημιουργούν σχισμές, οπές και υπερκαλύψεις των στρωμάτων μεταξύ τους. Κατ' αυτόν τον τρόπο "φιλτράρεται" η ηλιακή ακτινοβολία και διαχέεται το διεισδύον φως -βλ. εικόνες 9, 10, 11.
Εικόνες 9, 10, 11. Λεπτομέρειες οροφής
Εσωτερικοί χώροι του Μουσείου Όλες οι galleries έχουν στο κέντρο ορθογώνιο ή τετράγωνο άνοιγμα, απ’ όπου είναι ορατό το κέλυφος και διαθέτουν συμπληρωματικό εξοπλισμό διαχείρισης του φωτός, ανάλογα με το είδος των εκθεμάτων. Πρόσθετα λεπτά διάτρητα μεταλλικά φύλλα, ή περσίδες, ή υφασμάτινα οριζόντια σκίαστρα, χρησιμοποιούνται επικουρικά για την περαιτέρω διάχυση ή περιορισμό ή και ανακατεύθυνση του φωτός στους χώρους της έκθεσης- βλ. εικόνες 12 -21. Συχνά, γύρω από τις οπές ή και σε ενδιάμεσα τμήματα της οροφής, κάποιες σχισμές καλυμμένες με κρύσταλλο διάχυσης, επιτρέπουν πρόσθετη διείσδυση του φωτός -βλ. εικόνες 22, 23. Σε περιπτώσεις που ο φωτισμός είναι απαγορευτικός, επιτυγχάνεται πλήρης συσκότιση, για το απαιτούμενο διάστημα -όπως στο τμήμα με την Αιγυπτιακή μούμια-βλ. εικόνα 24.
Εικόνες 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21. Οπές οροφής απ' όπου φαίνεται το κέλυφος, με διαφορετικά επικουρικά συστήματα διαχείρισης του φωτός και της ακτινοβολίας στις galleries
Εικόνες 22, 23 Σχισμή με κρύσταλλο διάχυσης στη οροφή των galleries
Οι μεταβατικοί χώροι μεταξύ των galleries φωτίζονται από κατακόρυφα ανοίγματα (προς τους ημιϋπαίθριους χώρους) που μέσω καφασωτών, επιτυγχάνουν τη διάχυση του φωτός, ενώ παράλληλα αφήνουν να διαφανεί ο υπαίθριος χώρος, τμήμα του ουρανού και τοίχων των γειτονικών πτερύγων του μουσείου, τα ιριδίσματα των υδάτινων επιφανειών, τμήμα της θολωτής οροφής, που μοιάζει σα φτερούγα ενός γιγάντιου πουλιού και ηλιακά μοτίβα, επάνω στο δάπεδο των μεταβατικών χώρων - βλ. εικόνες 25-30 και 36. Σε ορισμένα ανοίγματα έχει τοποθετηθεί κρύσταλλο διάχυσης -βλ. εικόνες 31-34 ή και περσίδες -βλ. εικόνα 35.
Εικόνες 25, 26, 27, 28, 29, 30. Ανοίγματα μεταβατικών χώρων με καφασωτά
Εικόνες 31, 32, 33, 34. Κατακόρυφα ανοίγματα μεταβατικών χώρων με κρύσταλλο διάχυσης
Συχνά στα τμήματα αυτά τα δάπεδα έχουν μεγαλύτερη ανακλαστικότητα -βλ. εικόνα 30-, ενώ σε μερικές περιπτώσεις "αφήνεται" να διεισδύσουν ηλιακές ακτίνες, που δημιουργούν ευχάριστα; μοτίβα στο δάπεδο - βλ. εικόνα 36. Αυτοί ακριβώς οι μεταβατικοί χώροι δημιουργούν στον κινούμενο επισκέπτη το αίσθημα της εισόδου από τις αυλές με τις στοές, στο ψηλοτάβανο δροσερό εσωτερικό των Αραβικών (ή και του αρχαιοελληνικού “μεγάρου”) σπιτιών στις Medinas.
Εικόνα 36. Ηλιακά μοτίβα στο δάπεδο των μεταβατικών χώρων
Ανοιχτοί χώροι Το προσπίπτον ηλιακό φως στο κέλυφος, από διάφορες γωνίες (λόγω της θολωτής μορφής αλλά κι ανάλογα με τη θέση του ήλιου στο στερέωμα) διαχέεται, φιλτράρεται ή και ακόμη στιγμιαία διαφεύγει και λάμπει, δημιουργώντας κηλίδες, λάμψεις και σκιές στα δάπεδα και τις κατακόρυφες επιφάνειες των ανοιχτών χώρων (“πλατεία”)-βλ. εικόνες 37-46), επιτυγχάνοντας τη δημιουργία ασύμμετρων μοτίβων φωτός και σκιάς, που παραπέμπουν στο αποτύπωμα μιας Αραβικής Medina με τα κτίσματα, τους δρομίσκους, τις αυλές της.
Εικόνες 37-46. Μοτίβα φωτός και σκιάς στο δάπεδο της πλατείας και τους τοίχους των κτισμάτων του Μουσείου
Το αισθητικό αποτέλεσμα γίνεται εντυπωσιακότερο με τους ιριδισμούς στις επιφάνειες των υδάτινων επιφανειών - βλ. εικόνα 47.
Εικόνα 4. Μοτίβα φωτός στις υδάτινες επιφάνειες
Η ατμόσφαιρα που επιτυγχάνεται μέσα στο μουσείο, καθώς κανείς κυκλοφορεί από τη μια αίθουσα στην άλλη, παραπέμπει στην αίσθηση που έχει κανείς σε κάποιον ημιϋπαίθριο χώρο, με τα εκθέματα να αναδεικνύονται μέσα σε ένα φυσικό περιβάλλον, που ενώ είναι περίκλειστο, μοιάζει ότι ανοίγεται προς τα έξω, τον ήλιο, το νερό. Το τελευταίο, αν και στους εσωτερικούς ανοιχτούς χώρους είναι στατικό και ρηχό, διατηρεί την υπόμνηση στον επισκέπτη, ότι το μουσείο ουσιαστικά περιβάλλεται από τη θάλασσα, προσδίδοντας μια επιπλέον αίσθηση μιας καλοκαιρινής ατμόσφαιρας -βλ. εικόνες 48, 49, 50.
Εικόνες 48, 49, 50. Η θάλασσα περιβάλλει το μουσείο και το στοιχείο του νερού διεισδύει ανάμεσα στους όγκους και την "πλατεία"
Αυτή ίσως είναι και η κύρια αντίθεση μεταξύ των δύο -πλέον- Λούβρων, αλλά και ταυτόχρονα και η καλύτερη ανταπόκριση στην προσπάθεια γεφύρωσης δύο διαφορετικών πολιτισμών, η ανάδειξη των οποίων προσαρμόζεται στις τοπικές συνθήκες και το κλίμα.